ἐντιμότατοι

ἐντιμότατοι
ἐντῑμότατοι , ἔντιμος
in honour
masc nom/voc superl pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Κορρές, Μανόλης — I (Σίφνος 1922 – 1998). Θεατρικός συγγραφέας. Σπούδασε οικονομικά και νομικά, αλλά ασχολήθηκε κυρίως με τη συγγραφή θεατρικών έργων και, κατά δεύτερο λόγο, με τη λαογραφία. Το πρώτο θεατρικό έργο του, Παπαδόπουλος και Σία, παρουσιάστηκε με μεγάλη …   Dictionary of Greek

  • ИЕРОМНИМОН — [греч. ἱερομνήμων], один из чинов («оффикий») Великой ц. (К польской Патриархии). Термин ἱερομνήμων существовал уже в античности (см.: ᾿Ιάκωβος (Πηλίλης). 1985. Σ. 94); в средне и поздневизант. период так называли должностное лицо К польской… …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”